- Μετέωρα
- Συγκρότημα μοναστηριών χτισμένων στην κορυφή απότομων και ξεκομμένων μεταξύ τους βράχων, διάσπαρτων σε μια έκταση περίπου τριάντα τ. χλμ., ανάμεσα στα όρη Χάσια, Αντιχάσια και Κόζιακας, του νομού Τρικάλων, στο σημείο ακριβώς, όπου ο Πηνειός εισέρχεται στη θεσσαλική πεδιάδα. Το ύψος αυτών των βράχων κυμαίνεται από μερικές δεκάδες έως 400 μέτρα.
Η προέλευση των Μ., από γεωλογική άποψη, δεν έχει απόλυτα διευκρινιστεί. Σύμφωνα με μία θεωρία, πρόκειται για διαβρωσιγενείς σχηματισμούς, δηλαδή αργιλοαμμώδη και ψαμμιτικά πετρώματα με προεξέχοντα κατά θέσεις σκληρότερα κροκαλοπαγή, τα οποία απομονώθηκαν, εξαιτίας της διάβρωσης, σαν τεράστιοι πύργοι. Σύμφωνα με άλλη άποψη, πρόκειται για δελτοειδή κώνο ποταμού, ο οποίος στη διάρκεια του παλαιογενούς μετέφερε φερτές ύλες, δηλαδή κροκάλες, χαλίκια, άμμους, λάσπη κλπ. και τις απόθεσε στην έξοδό του. Στη συνέχεια, όταν η περιοχή, εξαιτίας ανοδικών κινήσεων, ανέβηκε σε ψηλότερο επίπεδο, αυτές οι ύλες υπέστησαν διαγένεση και συγκολλήθηκαν σχηματίζοντας κώνο, ο οποίος στη συνέχεια κατατμήθηκε δημιουργώντας βράχους διάφορων σχημάτων. Ανεξάρτητα από τον τρόπο σχηματισμού τους, τα Μ. διαμορφώθηκαν τελικά κάτω από την επίδραση της αιολικής διάβρωσης, αποτέλεσμα της οποίας είναι οι περίεργες μορφές και τα ποικίλα σχήματα των βράχων.
Δυσερμήνευτο πάντως παραμένει το γεγονός ότι οι αρχαίοι γεωγράφοι και συγγραφείς, όπως ο Στράβων, ο Πολύβιος, ο Τίτος Λίβιος κ.ά., δεν μνημονεύουν το μοναδικό αυτό γεωλογικό φαινόμενο, αν και συχνά αναφέρονται στις κωμοπόλεις της περιοχής. Η πιθανότερη εκδοχή είναι πως τότε οι βράχοι ήταν ακόμα ενωμένοι μεταξύ τους με χώματα και δεν παρουσίαζαν το σημερινό ασυνήθιστο θέαμα.
Όσον αφορά τα μοναστήρια, σήμερα σώζονται και λειτουργούν τα εξής έξι: της Μεταμόρφωσης, του Βαρλαάμ, του Ρουσάνου, της Αγίας Τριάδας, του Αγίου Νικολάου Αναπαυσά και του Αγίου Στεφάνου, όλα αντρικά εκτός από το τελευταίο. Επαρκείς μοναχοί για τη συντήρηση των μονών υπάρχουν μόνο στα δύο πρώτα και στο τελευταίο.
Μονή Μεταμόρφωσης. Οι παλαιότερες ιστορικές αναφορές για την ύπαρξη ασκητών σε μονύδρια και σπηλιές των Μ. ανάγονται στον 11o αι., ενώ τον επόμενο αιώνα μαρτυρείται η πρώτη οργανωμένη μοναχική κοινότητα, η λεγόμενη Σκήτη της Δούπιανης ή των Σταγών. Στα μέσα του 14ου αι. ο πρώτος της Σκηνής των Σταγών, Νείλος, με την ενίσχυση του βασιλιά της Θεσσαλίας Συμεών Ούρεσι Παλαιολόγου (ετεροθαλούς αδελφού του Στέφανου Δουσάν) συνάσπισε τους ασκητές –προκειμένου να αντιμετωπίσει ενδεχόμενες ληστρικές επιδρομές– σε τέσσερις βασικούς πυρήνες, οικοδόμησε μονιμότερες εγκαταστάσεις και αναδιοργάνωσε διοικητικά τη μοναχική κοινότητα. Ο εισηγητής όμως του οργανωμένου κοινοβιακού μοναχισμού στα Μ. και ιδρυτής του παλαιότερου από τα γνωστά σήμερα μοναστήρια της Μεταμόρφωσης, ήταν ο Αθανάσιος, ο ονομαζόμενος Μετεωρίτης (1305-85). Ο μοναστικός κανονισμός που αυτός συνέταξε –στηριζόμενος στο τυπικό του Αθανασίου Αθωνίτη– αποτέλεσε τον καταστατικό χάρτη για όλες τις μετεωρικές μονές που ιδρύθηκαν αργότερα. Στο ανακαινιστικό του έργο ο Αθανάσιος είχε συνεργάτη και γενναιόδωρο χορηγό τον Ελληνοσέρβο βασιλιά της Θεσσαλίας Ιωάννη Ούρεσι Παλαιολόγο, που τελικά προσχώρησε στο μοναστικό σχήμα με το όνομα Ιωάσαφ. Με δαπάνες του Ιωάσαφ συμπληρώθηκε το 1388 ο μικρός ναός της Μεταμόρφωσης, που έξι χρόνια νωρίτερα είχε αναγείρει ο Αθανάσιος· αυτός ο αρχικός ναός αποτελεί το ιερό του ευρύχωρου ναού που υπάρχει στη σύγχρονη εποχή. Ο ναός διαμορφώθηκε οριστικά το 1545, όταν ηγούμενος της μονής ήταν ο Συμεών, στον οποίο επίσης αποδίδεται η ανέγερση της τράπεζας (αριστερά της εισόδου) και άλλων κτιρίων της μονής.
Το καθολικό της μονής Μεταμόρφωσης συνιστά τη μεγαλύτερη εκκλησία των Μ. (60 x 32 μ. και περίπου 24 μ. ύψος). Τα πλούσια κεραμοπλαστικά κοσμήματα της ανατολικής πλευράς του ιερού –παλαιό καθολικό– είναι από τα πιο αξιοπρόσεκτα στοιχεία της ενδιαφέρουσας τοιχοδομίας της. Στο εσωτερικό όλες οι επιφάνειες καλύπτονται με τοιχογραφίες, από τις οποίες οι παλαιότερες, του τέλους του 15ου αι. (1483), βρίσκονται στον αρχικό ναό, στο σημερινό ιερό. Στην τεχνική, στην τεχνοτροπία και στην εικονογραφία οι συγκεκριμένες τοιχογραφίες ακολουθούν την αλλοτινή παράδοση της τέχνης της Θεσσαλονίκης, της πρώτης πεντηκονταετίας του 14ου αι., με ισχνότερη ωστόσο έκφραση και απόδοση των θεμάτων. Διατηρούν, όμως, τη σημαντικότητά τους, αφού περιλαμβάνονται στις λίγες χρονολογημένες, με ακρίβεια, της εποχής τους, αποκαλύπτοντας τις τελευταίες απηχήσεις της λεγόμενης μακεδονικής σχολής. Στον κυρίως ναό η τοιχογράφηση πραγματοποιήθηκε το 1552 και φαίνεται πως αποτελεί ένα από τα ώριμα έργα του Θεοφάνη Στρελίτζα, αφού με την καλλιτεχνική τους ποιότητα, την τεχνική αρτιότητα και την ισορροπημένη σύνθεσή τους, εκπροσωπούν επάξια την περίοδο ακμής της κρητικής σχολής. Άλλα αξιόλογα χαρακτηριστικά του καθολικού είναι το ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο, ανακαινισμένο το 1791, ο δεσποτικός θρόνος (1616-17), διακοσμημένος με ένθετο σεντέφι, τα δύο ξυλόγλυπτα προσκυνητάρια, οι εικόνες και τα εντοιχισμένα στον έξω-νάρθηκα πιάτα. Στη νοτιοανατολική γωνία βρίσκεται προσκολλημένο το μονόχωρο τρουλωτό παρεκκλήσι του Προδρόμου με καλαίσθητο ξυλόγλυπτο τέμπλο και στο νοτιοδυτικό τμήμα βρίσκεται το παρεκκλήσι του Κωνσταντίνου και Ελένης (1789) μονόχωρο, με τρούλο στηριγμένο σε τέσσερα τόξα. Η τράπεζα, ακόμη ένα σημαντικό κτίριο της μονής, είναι μεγάλων σχετικά διαστάσεων (35 x 12 μ.) θολοσκέπαστη και απολήγει σε κόγχη, όπου διατηρείται το μονολιθικό τραπέζι στο οποίο έτρωγε ο ηγούμενος. Στη σύγχρονη εποχή η τράπεζα στεγάζει τη μουσειακή συλλογή του μοναστηριού, με ωραιότατες φορητές εικόνες του 14ου και 16ου αι., περίτεχνους ξυλόγλυπτους σταυρούς, λειψανοθήκες, χειρόγραφα και άλλα πολύτιμα κειμήλια. Από τις φορητές εικόνες πρέπει να αναφερθεί η περίφημη της Μαρίας Παλαιολογίνας, που χρονολογείται μεταξύ 1367 και 1384 και αποτελούσε το ένα φύλλο δίπτυχου. Στη μέση εικονίζεται η Παναγία όρθια, κρατώντας το θείο βρέφος στο αριστερό χέρι, ενώ στα πόδια της προσπέφτει η αφιερώτρια, που όπως πληροφορεί η επιγραφή είναι η Μαρία ευσεβεστάτη βασίλισσα Αγγελίνα Κομνηνή Δούκαινα η Παλαιολογίνα· στο πλαίσιο της εικόνας έχουν ζωγραφιστεί κατά μέτωπο 14 άγιοι. Στο άλλο φύλλο του δίπτυχου θα εικονιζόταν ο Παντοκράτορας με τον Θωμά Πρελιούμποβιτς, τον σύζυγο της Μαρίας Παλαιολογίνας. Ιδιαίτερης αξίας είναι και η εικόνα της Ψηλάφησης του Θωμά, όπου εικονίζονται για μια ακόμη φορά, ανάμεσα στους αποστόλους, η Μαρία Παλαιολογίνα και ο Θωμάς Πρελιούμποβιτς. Άλλες αξιόλογες εικόνες του 14ου αι. είναι εκείνη, στην οποία αναπαρίσταται ένας άγγελος, το δίπτυχο με τη Θεοτόκο και τον Χριστό, η Άκρα Ταπείνωση και η Βάπτιση. Στον 15o αι. ανήκει η εικόνα του Αγίου Δημητρίου, ενώ από τον 16o αι. ο αριθμός των φορητών εικόνων αυξάνεται σημαντικά. Έξω από την είσοδο της μονής Μεταμόρφωσης διατηρείται η σκήτη του Αθανασίου του Μετεωρίτη, μικρό ναΰδριο βυθισμένο στον βράχο, με δύο χώρους, έναν προορισμένο για εκκλησία και άλλον για κατοικία του ιδρυτή της μονής.
Μονή Βαρλαάμ. Η δεύτερη κατά την τάξη, αλλά πλουσιότερη σήμερα μονή των M., ιδρύθηκε το 1517 από τους Γιαννιώτες ευπατρίδες αδελφούς Θεοφάνη και Νεκτάριο Αψαρά. Πρώτος, όμως, οικιστής του βράχου ήταν ο σύγχρονος του Αθανασίου ασκητής Βαρλαάμ. Αυτός θεμελίωσε τη μικρή εκκλησία των Τριών Ιεραρχών, που ενάμιση αιώνα αργότερα (1518) ανήγειραν εκ βάθρων οι αδελφοί Αψαράδες. Αυτός ο μικρός και απέριττος ναός είναι σχεδόν αθέατος σήμερα, καθώς περιτριγυρίζεται από νεώτερα κτίσματα. Ο κύριος ναός των Αγίων Πάντων, που αντικρίζει σήμερα ο επισκέπτης, οικοθομήθηκε από τους Αψαράδες το 1542· στον νάρθηκα που προστέθηκε αργότερα υπάρχουν οι τάφοι και τα πορτραίτα των Αψαράδων.
Ο ναός των Αγίων Πάντων, καθολικό της μονής Βαρλαάμ, έχει χτισθεί, όπως και η μονή Μεταμόρφωσης, κατά τον αγιορείτικο τύπο, είναι δηλαδή σταυροειδής εγγεγραμμένος με ευρύχωρο νάρθηκα, ο οποίος έχει εδώ τη μορφή σταυροειδούς ναού με τρούλο. Εκτός από την ιδιαιτερότητα της αρχιτεκτονικής του μορφής, εξίσου ιδιαίτερες είναι και οι τοιχογραφίες στο εσωτερικό του, που διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Ο νάρθηκας τοιχογραφήθηκε το 1566 από τους ζωγράφους Γεώργιο και τον αδελφό του και συνεργάτη του Φράγκο Δικοτάρη, ενώ ο κυρίως ναός φαίνεται πως τοιχογραφήθηκε το 1548 από τον Φράγκο Κατελάνος, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα (1560) διακόσμησε και το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου στο καθολικό της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους. Μολονότι δεν υπάρχει στη μονή Βαρλαάμ επιγραφή με το όνομα του Κατελάνου, η άποψη πως αυτός τοιχογράφησε το καθολικό στηρίζεται στην ομοιότητα της ζωγραφικής τεχνοτροπίας που παρουσιάζουν τα δύο σύνολα της Μεγίστης Λαύρας και της Μεταμόρφωσης, η οποία πείθει πως πρόκειται για έργα του ίδιου καλλιτέχνη. Βασικά γνωρίσματα και των δύο περιπτώσεων αποτελούν η ιδιαίτερη προσήλωση στη διήγηση των διάφορων γεγονότων με πολλές ακόνες, η χρήση συγκεκριμένων χρωμάτων, η τεχνική και ο δανεισμός ξένων, κυρίως ιταλικών, στοιχείων, που διακρίνονται ιδιαίτερα στα ψηλότερα σημεία, όπου οι επιφάνειες γεμίζουν με πολυπρόσωπες σκηνές. Άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία στο καθολικό είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο, ο δεσποτικός θρόνος, το στασίδι του ηγούμενου, ένα προσκυνητάρι, τα αναλόγια και η ξυλογλυπτική πόρτα της εισόδου. Οι τοιχογραφίες της μικρής εκκλησίας των Τριών Ιεραρχών, έργο (1637) του ιερέα Ιωάννη εκ χώρας Σταγών και των παιδιών του είναι ενδεικτικές της τυποποίησης της κρητικής σχολής κατά τον 17o αι. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η σπάνια παράσταση της Κοίμησης του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, η Κοίμηση του Εφραίμ του Σύρου και οι 24 οίκοι του Ακάθιστου Ύμνου.
Στα ιδιαίτερα κτίσματα της μονής περιλαμβάνεται και το νοσοκομείο της, γιατί είναι το μοναδικό που σώζεται ακέραιο έως τις μέρες μας. Στην παλιά τράπεζα στεγάζεται η μουσειακή συλλογή με χειρόγραφα, λειψανοθήκες, κεντημένους επιτάφιους, ξυλόγλυπτους σταυρούς, πολύτιμες φορητές εικόνες και άλλα πολύτιμα κειμήλια.
Μονή Ρουσάνου. Ιδρύθηκε το 1545 από τους Ηπειρώτες αδελφούς Ιωάσαφ και Μάξιμο, οι οποίοι έχτισαν το καθολικό της μονής επάνω στα ερείπια παλαιότερου ναού (Μεταμόρφωση).
Όλο το μοναστηριακό συγκρότημα αποτελείται από τρεις ορόφους, χτισμένους επάνω σε έναν στενό βράχο, τον εντυπωσιακότερο των Μ. Η ενιαία στέγη που καλύπτει το σύνολο του τρίτου ορόφου δεν επιτρέπει να φανεί η εξωτερική διαμόρφωση του καθολικού, που είναι δικιόνιος σταυροειδής με χορούς ναός, με ευρύχωρο θολοσκέπαστο νάρθηκα στο δυτικό τμήμα· μόνο ο τρούλος, που εξέχει στη σκεπή, υποδηλώνει τη θέση του. Στο εσωτερικό του καθολικού διατηρούνται τοιχογραφίες του 1561, ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο, προσκυνητάρια με σεντέφι και αξιόλογες φορητές εικόνες.
Μονή Αγίας Τριάδας. Φαίνεται ότι ιδρύθηκε –σύμφωνα με μια επιγραφή στον ναό– το 1476, πιθανώς από κάποιο μοναχό Δουμέτιο, δεν είναι όμως τίποτε γνωστό για την πρώιμη ιστορία της. Άκμαζε κατά τα τέλη του 17ου αι., γεγονός το οποίο εικάζεται από τις επιγραφές του καθολικού της μονής και του ναΐσκου του Προδρόμου, αριστερά της πύλης.
Το καθολικό της προσιδιάζει με το παλαιό της Μεταμόρφωσης, τόσο στον αρχιτεκτονικό τύπο όσο και στα κεραμοπλαστικά κοσμήματα της ανατολικής πλευράς. Δικιόνιος σταυροειδής ναός, φέρει στο δυτικό τμήμα του τρουλωτό νάρθηκα, που χτίστηκε στα τέλη του 17ου αι. και στο νότιο τμήμα του μυστικό σκευοφυλάκιο, το οποίο επικοινωνεί με το ιερό. Η τοιχογράφηση πραγματοποιήθηκε στον κυρίως ναό στα μέσα του 18ου και στον νάρθηκα στα τέλη του 17ου αι. Οι τοιχογραφίες του ναΐσκου του Προδρόμου χρονολογούνται το 1682. Στο μοναστήρι διατηρούνται επίσης αρκετά κελιά, καθώς και η τράπεζα.
Μονή Αγίου Νικολάου Αναπαυσά. Ιδρύθηκε γύρω στα 1500 από τον μητροπολίτη Λάρισας Διονύσιο, σώζονται όμως ελάχιστες αναφορές για την πριν από τον 17o αι. ιστορία της.
Ολόκληρη η μονή –απέκτησε τη σημερινή μορφή της ύστερα από διάφορες προσθήκες που διεξήχθησαν στο αρχικό καθολικό– αποτελείται από ένα τριώροφο κτίριο, που βρίσκεται πάνω σε έναν στενό βράχο. Στον πρώτο όροφο, δεξιά από την είσοδο, βρίσκεται το μικρό παρεκκλήσι του Αγίου Αντωνίου, στον δεύτερο το καθολικό και κελιά και στον τρίτο η τράπεζα, το παρεκκλήσι του Προδρόμου και άλλα κελιά. Το καθολικό, συνεπτυγμένος σταυροειδής ναός με ευρύχωρο νάρθηκα στο δυτικό τμήμα, κοσμείται με εξαίρετες τοιχογραφίες του Θεοφάνη Στρελίτζα, του 1527, που αποτελούν το παλαιότερο γνωστό έργο του.
Μονή Αγίου Στεφάνου. Βρίσκεται χτισμένη σε τοποθεσία ακριβώς πάνω από την Καλαμπάκα, με θαυμάσια θέα προς τον θεσσαλικό κάμπο, ενώ ιδρύθηκε από τον Σερβοβυζαντινό ηγεμονίδη Αντώνιο Κατακουζηνό κατά τα μέσα ή τα τέλη του 14ου αι. Μια επιγραφή που ήταν άλλοτε εντοιχισμένη πάνω από την πύλη της μονής, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ήδη από τα τέλη του 12ου αι. υπήρχαν ασκητήρια στην κορυφή του βράχου. Ο Αντώνιος Καντακουζηνός πιθανότατα έκτισε και το κομψό καθολικό της μονής, το οποίο ιστορήθηκε με ωραιότατες τοιχογραφίες το 1501. Ένας δεύτερος ναός, του Αγίου Χαραλάμπους, αποτελεί νεώτερο κτίσμα (1798).
Εκτός από αυτά τα έξι μοναστήρια, που διατηρούνται σε σχετικά καλή κατάσταση, υπήρχαν παλαιότερα, στα χρόνια της ακμής της μοναστικής πολιτείας των M., πολλά άλλα, από τα οποία σώζονται ελάχιστα ίχνη στις απρόσιτες κορυφές των βράχων. Ανάμεσα στα σπουδαιότερα περιλαμβάνονται εκείνα της Υψηλοτέρας, που μαρτυρείται ήδη στις αρχές του 15ου αι., του Παντοκράτορα, της Υπαπαντής, της οποίας σώζεται μόνο το καθολικό (ίδρυμα του πρώτου της Σκήτης των Σταγών Νείλου, 1367) με πολύ ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες, του Αγίου Νικολάου Koφινά, του Καλλιστράτου, του Μοδέστου, η Νέα Μονή της Μήκανης, του Αγίου Δημητρίου, της Αλύσου κ.ά.
Γενικά κατά τον 15o και 16o αι. ο μετεωρικός μοναχισμός αναπτύχθηκε σημαντικά, αναδιοργανώθηκε και άκμασε χάρη στις συνθήκες σχετικής ασφάλειας που επέβαλε η τουρκική κατάκτηση, αλλά και στην ηθική και υλική υποστήριξη που προσέφερε στα μοναστήρια η καταρρέουσα σερβό-βυζαντινή αριστοκρατία της Ηπείρου και της Θεσσαλίας. Αυτοί οι εγχώριοι δωρητές και χορηγοί αντικαταστάθηκαν τον 17o αι. από τους ηγεμόνες της Βλαχίας και της Μολδαβίας, οπότε οι μονές των Μ. απέκτησαν πλούσια μετόχια και προσοδοφόρες εκτάσεις γης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, ενώ σε πυκνά διαστήματα αντιπρόσωποι των μοναστηριών, εφοδιασμένοι με άγια λείψανα και θαυματουργές εικόνες, επεχείρησαν εκτεταμένες περιοδείες χάριν ζητείας και ελέους στις ρουμανικές χώρες και στη Ρωσία. Η παρακμή ξεκίνησε τον 18o αι., εξαιτίας κυρίως της ακαταστασίας και των ζημιών που προκάλεσαν οι επιδρομές Αλβανών ληστών. Μετά τα Ορλοφικά (1770) οι άτακτοι Τουρκαλβανοί στρατιώτες, που επέστρεφαν από την Πελοπόννησο στην πατρίδα τους, δημιούργησαν πολλά προβλήματα σε ολόκληρη τη Θεσσαλία για μια ολόκληρη σχεδόν δεκαετία. Στα χρόνια του Αλή πασά η κατάσταση επιδεινώθηκε, αφού τα τουρκαλβανικά στρατεύματα, που κινούνταν συνεχώς στην περιοχή αυτή καταδιώκοντας τους κλέφτες της Πίνδου και των Χασίων, στάθμευαν σχεδόν μόνιμα στις μετεωρικές μονές. Το 1808 ο Αλή πασάς, επιβάλλοντας αντίποινα για τη δράση του γνωστού κλέφτη Θύμιου Βλαχάβα, τιμώρησε σκληρά τους μοναχούς των Μ. και βομβάρδισε τις μονές. Μια σύγχρονη σημείωση σε έναν κώδικα της μονής Βαρλαάμ αναφέρει σχετικά τα εξής: «Κάμω ενθύμηση εγώ ο Χρύσανθος πως έπιασε ο καπιτάν πασιάς τον παπά Θύμιο Μπλαχάβα και τον έστειλε εις τα Ιωάννινα στον βεζίρη και τον έκαμε τζερέκια (κομμάτια) τέσσερα και τους δικούς του τους επήρε στο ντοβλέτι μέσα. Έπιασαν με τους Αλβανίτες πόλεμον εις το Καστράκι, και τελειώνοντας ο πόλεμος έστειλε ο βεζίρης και εβούλλωσε τα μοναστήρια και επήρε και τους γουμένους απάνω εις τα Ιωάννινα έως την σήμερον ημέραν». Ζημιές υπέστησαν τα κτίρια και η περιουσία των μοναστηριών και κατά την Επανάσταση του 1821, καθώς επίσης και κατά τις θεσσαλικές εξεγέρσεις του 1854 και του 1878. Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου οι Γερμανοί και οι Ιταλοί, με ποικίλες προφάσεις, χτύπησαν με όλμους διάφορα ιστορικά κτίρια (τα καθολικά της Μεταμόρφωσης του Αγίου Στεφάνου και του Αγίου Νικολάου Αναπαυσά, τη Σκήτη της Δούπιανης κ.ά.), υφάρπαξαν από τα μοναστήρια διάφορα κειμήλια, εικόνες και χειρόγραφα, ενώ πυρπόλησαν αρκετά μονύδρια και μετόχια των μετεωρικών μονών στη γύρω περιοχή.
Παρά τις διαρπαγές, τις καταστροφές και τις κατά καιρούς ερημώσεις, τα μοναστήρια των Μ. διατηρούν ακόμα στα σκευοφυλάκιά τους ή στα μικρά μουσεία που έχουν πρόσφατα οργανώσει (όπως εκείνα των μονών Μεταμόρφωσης και Βαρλαάμ) αρκετά κειμήλια και αξιόλογα έργα τέχνης, όπως φορητές εικόνες, έργα κεντητικής και χρυσοΰφαντα (άμφια, επιτάφιοι κλπ.) καθώς και αντικείμενα αργυροχοΐας, χρυσοχοΐας, ξυλογλυπτικής (λειτουργικά σκεύη, λειψανοθήκες κλπ.) και φιλοτεχνήματα, συνήθως από Ηπειρώτες τεχνίτες.
Χειρόγραφα. Αξιόλογες για το πλούσιο περιεχόμενό τους είναι και οι βιβλιοθήκες των μετεωρικών μονών, όπου, από την πρώιμη ακόμη περίοδο της ιστορίας τους, λειτουργούσαν εργαστήρια αντιγραφής χειρογράφων. Στις μονές των Μ. εξάλλου κληροδοτήθηκαν αξιόλογες ιδιωτικές συλλογές χειρογράφων από λόγιους άντρες, οι οποίοι μόνασαν εκεί κατά καιρούς. Αν και αρκετά χειρόγραφα καταστράφηκαν από τους πολέμους και τις κακές συνθήκες συντήρησης ή διέρρευσαν σε βιβλιοθήκες του εξωτερικού (ιδίως στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού, κατά τις αρχές του 17ου αι.) και άλλα, περίπου 350, μεταφέρθηκαν, το 1882, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας. Σήμερα στις μονές των Μ. σώζονται περίπου 1200 κώδικες, από τους οποίους 661 στη μονή Μεταμόρφωσης, 269 στη μονή Βαρλαάμ, 103 στη μονή Αγίου Στεφάνου, όπου επίσης φυλάσσονται και τα χειρόγραφα των μονών Ρουσάνου (52), Αγίου Νικολάου Αναπαυσά (43) και Αγίας Τριάδας (47). Μεταξύ των χειρογράφων συγκαταλέγονται αρκετές παλαιότατες περγαμηνές (για παράδειγμα, 7 του 10ου αι., 23 του 11ου αι., 35 του 12ου αι. κλπ.). Το χειρόγραφο με νούμερο 591 της μονής Μεταμόρφωσης, φέρει κωδικογραφικό σημείωμα του έτους 861-862, ένδειξη που το καθιστά το αρχαιότερο χρονολογημένο χειρόγραφο, που έχει εντοπιστεί στην Ελλάδα. Για την κατάταξη, την περιγραφή και τη μελέτη των μετεωρικών χειρογράφων εργάστηκε άοκνα ο βυζαντινολόγος Νίκος Βέης, ο οποίος στη διάρκεια των ερευνών που διεξήγαγε στα Μ. (1908-11) ανακάλυψε στις κρύπτες των μοναστηριών σχεδόν 300 χειρόγραφα εντελώς άγνωστα μέχρι τότε. Προέβη ακόμη στην κατάρτιση πεζογραφικού καταλόγου των μετεωρικών κωδίκων, τον οποίο όμως δεν κατάφερε να ολοκληρώσει και να δημοσιεύσει. Το έργο της συμπλήρωσης και της έκδοσης αυτού του καταλόγου, καθώς και της περαιτέρω έρευνας των βιβλιοθηκών και των αρχείων των μετεωρικών μονών έχει αναλάβει το Κέντρο Ερεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών. Στον πρώτο τόμο του καταλόγου που έχει εκδοθεί (1967) περιγράφονται οι κώδικες της μονής Μεταμόρφωσης.
Τοιχογραφία με τον αρχάγγελο Μιχαήλ στο καθολικό της μονής Μεταμόρφωσης των Μετεώρων.
Λεπτομέρεια τοιχογραφίας του καθολικού της μονής Μεταμόρφωσης, στην οποία απεικονίζεται ο προφήτης Δανιήλ.
Μέρος ενός δίπτυχου (τέλη 4ου αι.) από τη μονή Μεταμόρφωσης των Μετεώρων, με τη Θεοτόκο, που διακρίνεται για την απέραντη θλίψη, η οποία είναι αποτυπωμένη στα χαρακτηριστικά και στη στάση της αγίας μορφής.
Τα μοναστήρια των Μετεώρων διατηρούν πολύτιμα κειμήλια: φορητές εικόνες, ξυλόγλυπτα τέμπλα, χειρόγραφα, δεσποτικούς θρόνους και προσκυνητάρια διακοσμημένα με σεντέφι, σταυρούς, άμφια κ.ά. Στη φωτογραφία, τμήμα ενός δίπτυχου από τη μονή της Μεταμόρφωσης, με τον Χριστό στον τύπο «Άκρα Ταπείνωσις», λαμπρό έργο των τελών του 4ου αι.
Η γυναικεία μονή του Αγίου Στεφάνου στα Μετέωρα, σε υψόμ. 520 μ., που ιδρύθηκε πιθανότατα στα μέσα του 14ου αι.
Στο καθολικό της μονής Μεταμόρφωσης υπάρχουν δείγματα της ώριμης φάσης (1552) της ζωγραφικής του Θεοφάνη Στρελίτζα? στη φωτογραφία, λεπτομέρεια τοιχογραφίας με τον ευαγγελιστή Λουκά.
Τμήμα από τον ανατολικό νάρθηκα του Αγίου Νικολάου Αναπαυσά των Μετεώρων, με την κτητορική επιγραφή, στην οποία αναφέρεται και το όνομα του Θεοφάνη Στρελίτζα.
Η ανδρική μονή Μεταμορφώσεως Σωτήρος είναι η αρχαιότερη, με τον μεγαλύτερο ναό, και πρώτη κατά την τάξη μονή των Μετεώρων.
Η ανδρική μονή της Αγίας Τριάδος στα Μετέωρα.
Η γυναικεία μονή Ρουσάνου στα Μετέωρα.
Μία εντυπωσιακή άποψη των Μετεώρων.
Οι βράχοι των Μετεώρων προσφέρουν ένα μοναδικό θέαμα, καθώς ορθώνονται ψηλοί και μεγαλοπρεπείς, με τα περίεργα σχήματά τους, στα ΒΔ του θεσσαλικού κάμπου.
* * *ταβλ. μετέωρος.
Dictionary of Greek. 2013.